Μέρα του Ιούνη ήτανε κάτω στη Μινεσότα
που η Ιστορία άλλαξε σαν έσπασε η καπότα.
Η Μαργαρίτα βόγκηξε μία φορά και τέρμα,
μα ακόμα ο Ελληνικός λαός σκούζει από τη φέρμα.
Γιωργάκη τον βαφτίσανε -οι φίλοι τον λένε
Τζέφρι.
Συνέταιρος διορίστηκε στου Έλληνα την τσέπη.
Ο Έλληνας τον τάιζε σ’ Αμερική κι Ευρώπη
κι αυτός μήτε που γνώριζε που πέφτει το Καλέντζι.
Γλώσσα του έδωσαν αγγλική, ξέρει και κάτι ελληνικά,
κουλτούρα αμερικανική, μα ρίχνει και μια ζεϊμπεκιά.
Έτσι μεγάλωσε ο Τζεφ, στου θείου Σαμ τα πόδια
που του έδωσε τα βέλτιστα της γης πολεμοφόδια.
Σπούδασε, ξανασπούδασε, κούρντισε το μυαλό του,
μάζεψε τα πτυχία του, πήρε τον ομματίων του
και να ‘σου ο Γιώργος ο μικρός, του Ανδρέα το καμάρι,
έφτασε στην Ελλάδα μας σαν να ‘πεσε απ’ τον Άρη.
Ήρθε, στρογγυλοκάθισε, ανέλαβε υπουργεία,
το έθνος μας του ευχήθηκε και σ’ άλλα με υγεία,
μα εκείνος δεν ησύχαζε, σκεφτόταν με αηδία
ιδέες που τον πότισε ο Σαμ με υπνοπαιδεία:
«
Θα πας εκεί τον Έλληνα να τον καθυποτάξειςκαι ύστερα την αρίδα σου στη Φλόριντα ν’ αράξεις»
Τανιόταν, ζοριζότανε, «
δεν είναι αυτό αλήθεια!»
παρίστανε πως ήτανε του νου του παραμύθια.
Μια μέρα στο ποδήλατο μαζί με τον Ανδρέα
κάνοντας ορθοπεταλιά του ήρθε μια ιδέα:
«
Δεν θέλω πια να είμαι εγώ της εξουσίας επαίτης Πατέρα το αποφάσισα, θα γίνω ο Ηγέτης»,
κάγχασε και συνέχισε πεντάλ χαμογελώντας.
Μα τον Ανδρέα έλουσε κρύος κακός ιδρώτας.
Άφησε μια μουλωχτή, κροτάλισε η μασέλα,
-ισχαιμικό επεισόδιο- κι έφυγε πα’ στη σέλα.
Ο Γιώργος δεν πτοήθηκε –έστησε ένα ρούτερ
και βάλθηκε κυβέρνηση να κάνει απ’ το τουίτερ.
Πάγκαλο, Ρέππα, Λοβέρδο, Μπένι, Καστανίδη,
Μπιρμπίλη, Ραγκούση, Γερουλάνο, Χρυσοχοΐδη,
από τα γυμναστήρια, κανό καγιάκ, χαμάμ,
έσπευσαν να στηρίξουνε τον μάστερ του σαρδάμ.
Μαζεύτηκαν και κάνανε μια γερή ομάδα,
τάχα μαζί να σώσουνε τη δύστυχη Ελλάδα.
«
Λεφτά υπάρχουν!» έκραξε, του γυάλισε το μάτι
μα η εξουσία του ‘γινε πολύ κακό γινάτι.
Πείστηκε κι ο Καραμανλής να κάνει εκλογές
-έπιασαν τόπο φαίνεται του Κώστα οι ευχές
να δει στο κόμμα της ΝΔ ηγέτη το Ντοράκι
-αυτή ήταν η στερνή ευχή του Κώστα Μητσοτάκη.
Και ήρθε κι έχασε κι έφυγε, όλα μετά χαράς.
Ύστερα νέος αρχηγός έγινε ο Σαμαράς…
Ο Γιώργος, να ‘σου τον, αλι, "πωρθυπουργός" στη χώρα
λες κι ήταν με ποδήλατο σε κάποια κατηφόρα.
Παρήγγειλε του Παπακωνσταντί να κάνει το ταμείο
κι αυτός του αποκρίθηκε «
Γιωργάκη, είναι μείον».
Τότε «
που πήγαν τα λεφτά;» άλλαξε το τροπάρι
«
μάλλον με τους φίλους του τα ‘φαγε το γομάρι».
«
Μαζί τα φάγαμε» γρύλισε ο κύριος Κανείς,
«
και όσοι μας συκοφαντούν είναι όλοι αγενείς».
Ξάφνου ο Γιώργος κάθισε και σκέφτηκε –κατάρα!-
ότι στα ογδόντα ο πατήρ του τα ’κανε μαντάρα,
ομοίως σκατά τα κάνανε κι όλες οι κυβερνήσεις,
έστυψε το κεφάλι του, του διέφευγαν οι λύσεις.
Για να ισιώσει το λοξό και τ’ άδικο στη χώρα
πρέπει να ‘ρθει το ΔΝΤ με δάνεια πληθώρα.
Κι ο Γιώργος τότε γύρισε στον έτερο Γιωργάκη
«
Στείλε να έρθει ο Στρος-Καν να του τα πω λιγάκι»
Κάλεσε μέσα στο παχνί το λύκο να φυλάξει
τα πρόβατα –μα πως μπορεί διατροφή ο λύκος να αλλάξει;
Κουβάλησε την Τρόικα, κουβάλησε τον Σόρρος.
Ο Γιώργος αποδείχτηκε μέγας αβανταδόρος.
Τα βλέπει ο Μαρξ από ψηλά, τον πιάνει ανατριχίλα,
«
Ποτέ μου δεν ξανάζησα τόσο πολλή ξευτίλα.Πρόεδρος της Διεθνούς, σοσιαλιστής λεβέντης,μου ‘γινε social ληστής και του λαού αφέντης».
Όμως ο Ανδρέας το ‘χε πει: με τέτοια εξυπνάδα,
ο Γιώργος αν πολιτευτεί, θα διαλυθεί η Ελλάδα.